Abercrombie & Fitch. Η άνοδος και η πτώση...

Πρόκειται για μία διαχρονική φίρμα που έντυσε μερικές από τις πιο εμβληματικές προσωπικότητες του 20ού αιώνα, όπως ο Ερνεστ Χεμινγουέι, ο Θίοντορ Ρούσβελτ, η Αμέλια Εκχαρτ, ο Τσαρλς Λίντμπερκ, η Γκρέτα Γκάρμπο, η Κάθριν Χέπμπορν, ο Κλαρκ Γκέιμπλ, ο Τζον Κένεντι και ο Ντουάιτ Αϊζενχάουερ. Ωστόσο, η ιστορία της Abercrombie & Fitch, για την οποία ο λόγος, είναι γεμάτη με εκπλήξεις, ανατροπές και σκαμπανεβάσματα, αλλά και με αρκετά σύννεφα που εσχάτως «σκιάζουν» τη φήμη και απειλούν τη βιωσιμότητά της. 

Η ιστορία της Abercrombie & Fitch άρχισε στα τέλη του 19ου αιώνα και συγκεκριμένα το 1892, υπό την επωνυμία David T. Abercrombie Co. Τη χρονιά εκείνη, ένας πρώην χρυσοθήρας, μεταλλωρύχος κυνηγός και μηχανικός, ο Ντέιβιντ Αμπερκρόμπι άνοιξε ένα μικρό μαγαζάκι πώλησης ειδών κάμπινγκ, αλιείας και κυνηγιού, όπως πετονιές και τουφέκια, στο κέντρο του Μανχάταν. Λίγα χρόνια μετά, το 1900, ένας πελάτης του, ο μεγαλοδικηγόρος Εζρα Φιτς, τον έπεισε και μπήκε συνέταιρος στην εταιρεία, η οποία το 1904 μετονομάστηκε σε Abercrombie & Fitch.

Μολονότι η πορεία της εταιρείας ήταν ακμάζουσα, οι σχέσεις των δύο ανδρών δεν ήταν οι καλύτερες. Το «διαζύγιο» δεν θα αργήσει να έρθει, καθώς είχαν διαφορετική προσέγγιση όσον αφορά το μέλλον της εταιρείας, με τον πιο «τολμηρό» και φιλόδοξο, τον Φιτς να οραματίζεται μία εταιρεία που θα απευθύνεται σε μεγάλα τμήματα της αγοράς, όχι απλώς σε κυνηγούς και ψαράδες. Εντέλει, το 1907 ο Αμπερκρόμπι πούλησε το μερίδιό του και επέστρεψε στην παραγωγή προϊόντων εξωτερικού χώρου, αφήνοντας τον Φιτς να στρέψει την προσοχή του σε άλλες αγορές-στόχους.

Μία από τις πρώτες του κινήσεις ήταν να αποστείλει ταχυδρομικά 50.000 καταλόγους 456 σελίδων, οι οποίοι, με κόστος παραγωγής ένα δολάριο έκαστος, έφεραν προσωρινά την εταιρεία στο κόκκινο. Παρ’ όλα αυτά, σύντομα οι παραγγελίες άρχισαν να καταφθάνουν στα γραφεία της. Η «χρυσή» περίοδος της Abercrombie & Fitch είχε μόλις ξεκινήσει. 

Το 1910 η εταιρεία διεύρυνε το κοινό της, διαθέτοντας ρούχα και αργότερα μπότες και παπούτσια για γυναίκες, όντας το πρώτο κατάστημα στη Νέα Υόρκη που απευθυνόταν τόσο σε άντρες όσο και σε γυναίκες. Ως εκ τούτου η εταιρεία, που είχε αρχίσει να παγιώνει τη φήμη της ως προμηθευτής της ελίτ που αναζητούσε ποιοτικά προϊόντα για τις εξορμήσεις της, μετακόμισε, το 1917, σε ένα 12όροφο κτίριο, όντας το μεγαλύτερο πολυκατάστημα στον κόσμο.


Το 1939, στην μετά Φιτς εποχή (ο Φιτς αποσύρθηκε το 1928) και πριν τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, τα εμπορεύματα της εταιρείας εμπλουτίστηκαν με νέα προϊόντα ένδυσης και εξοπλισμό για κάθε είδους σπορ, όπως πόλο, τένις, skating και γκολφ, με την επιχείρηση να διαφημίζεται ως «το μεγαλύτερο κατάστημα ειδών άθλησης στον κόσμο». 

Το 1977 αποτελεί έτος καμπής και κάμψης για την Abercrombie & Fitch, η οποία, συγκεντρώνοντας για χρόνια συσσωρευμένες ζημιές, οδηγείται σε χρεοκοπία και εξαγοράζεται από την Oshman's Sporting Goods, η οποία διατηρεί τη μάρκα και το σήμα, ενώ ανοίγει καταστήματα σε Μπέβερλι Χιλς, Ντάλας και Νέα Υόρκη. Το 1988 η ασθμαίνουσα εταιρεία καταλήγει στην Limited Brands.

Το 1992 η επιχείρηση επικεντρώνεται στους νέους και δη στα ευκατάστατα κολεγιόπαιδα – αργότερα θα λανσάρει στην αγορά ρούχα για παιδιά ηλικίας 7 έως 14 ετών. Αυτό επιτυγχάνεται με την χρησιμοποίηση ημίγυμνων μοντέλων που αποπνέουν προκλητικότητα. Δεν είναι τυχαίο ότι το έντονο σεξουαλικό στοιχείο στους καταλόγους και στις αφίσες των καταστημάτων προκαλεί αντιδράσεις στους γονείς – μόλις το 2015 καταργήθηκαν τα ημίγυμνα αγόρια που υποδέχονταν τους πελάτες στις εισόδους των καταστημάτων. 

Στην δε αυγή του 21ου αιώνα δημιουργούνται ανεξάρτητα brands που διαθέτουν φθηνά ρούχα για ηλικίες 14-18 ετών, δερμάτινα είδη, αλλά και γυναικεία εσώρουχα – μόλις το 2013 η επιχείρηση θα επανεξετάσει τη στρατηγική της και θα λανσάρει για πρώτη φορά ρούχα σε μεγάλα νούμερα.

Το 2003 η Abercrombie and Fitch μηνύθηκε για ρατσιστική συμπεριφορά -καταβάλλοντας εντέλει $40 εκατ. ως αποζημίωση- καθώς απέλυσε Ασιάτες, έγχρωμους και Ισπανόφωνους επειδή «δεν ταίριαζαν στην εικόνα της A&F». Εικάζεται μάλιστα ότι ο τότε διευθύνων σύμβουλος της αμερικάνικης εταιρείας, δήλωσε ότι δεν επιθυμεί τα ρούχα του να φορεθούν από χοντρούς και άσχημους, ούτε αυτοί να εργάζονται στην εταιρεία του. Σύμφωνα με καταγγελίες, όσοι ανήκαν σε μειονότητες δεν απασχολούνταν σε θέσεις πρώτης γραμμής (π.χ. πωλητές), ενώ καταγράφηκαν περιστατικά ανώτατοι μάνατζερ της εταιρείας να επισκέπτονται καταστήματα και αμέσως μετά να καταγράφονται απολύσεις ατόμων που δεν ταιριάζουν στο εταιρικό προφίλ, οι οποίοι σχεδόν αμέσως αντικαθίσταται από λευκούς. Δεν είναι λίγες οι φορές, μάλιστα, που ιδιοκτήτες καταστημάτων ενθαρρύνουν πελάτες που είναι λευκοί και ελκυστικοί και «ταιριάζουν στο προφίλ της A&F» να κάνουν αίτηση για δουλειά...

Τα καταστήματα της Abercrombie & Fitch κατείχαν περίοπτη θέση στα αμερικανικά εμπορικά κέντρα τη δεκαετία του 1990 μέχρι και τις αρχές του 2000, ούσα η έκτη πιο δημοφιλής επωνυμία ανάμεσα στις τάξεις των νέων. Έκτοτε η φίρμα έχει χάσει τη λάμψη της και το νεανικό κοινό της, που άλλοτε την ακολουθούσε με κλειστά μάτια, της γυρνάει πλέον την πλάτη. Ισχυρό πλήγμα δέχεται επίσης από την παρακμή των εμπορικών κέντρων και τη στροφή των καταναλωτών στις διαδικτυακές αγορές.

Η μείωση των πωλήσεων και η αρνητική δημοσιότητα που απορρέει από νυν και πρώην εργαζόμενους που καταγγέλλουν ότι αναγκάζονταν να ξοδεύουν μεγάλα ποσά για να αγοράζουν τα ρούχα της εταιρείας που έπρεπε υποχρεωτικά να φορούν την ώρα της δουλειάς, φέρνουν την άλλοτε ακμάζουσα εταιρεία σε δεινή θέση. 

Ωστόσο, το τελευταίο καρφί στο φέρετρο της εταιρείας φαίνεται να μπαίνει αυτές τις μέρες, με μια είδηση που έγινε πρωτοσέλιδο. Ο 80 χρόνος, πρώην CEO του οίκου Abercrombie & Fitch, Μάικ Τζέφρις (αποπέμφθηκε το 2014), συνελήφθη πριν λίγες μέρες, κατηγορούμενος ότι οργάνωσε ένα διεθνές κύκλωμα εμπορίας ανθρώπων για σεξουαλικούς σκοπούς για αρκετά χρόνια, επί της θητείας του στην εταιρεία. 

Με πληροφορίες από το Γνωστά Ονόματα, Αγνωστες Ιστορίες 2


Νεότερη Παλαιότερη
Protopapadakis-biblia