Όταν ήταν πρωθυπουργός ο Ανδρέας Παπανδρέου, δέχθηκε ένα τηλεφώνημα από τον βιομήχανο Ελευθέριο Μουζάκη. Αν και είναι σύνηθες, για την ελληνική πραγματικότητα, ένας μεγαλοβιομήχανος να επικοινωνεί με πολιτικούς για να ζητήσει ευνοϊκή μεταχείριση, το εν λόγω τηλεφώνημα δεν είχε τέτοιο σκοπό.
Τότε, λοιπόν, σήκωσε το τηλέφωνο ο πρωθυπουργός και είπε: «Σας ακούω, κύριε Μουζάκη». Με χαρούμενη φωνή ο βιομήχανος απάντησε: «Σε παρακαλώ πρόεδρε, λέγε με Λευτέρη. Έχω να σου ανακοινώσω ένα πολύ ευχάριστο γεγονός. Είμαι ο πρώτος, ο μεγαλύτερος φορολογούμενος της χώρας!!». Πριν προλάβει ο πρωθυπουργός να τον ερωτήσει για το αίτημά του, ο Ελ. Μουζάκης συμπλήρωσε: «Δεν θέλω, πρόεδρε, απολύτως τίποτα. Είναι τιμή για μένα να είμαι ο πρώτος φορολογούμενος»…
Αυτός ήταν ο Ελευθέριος Μουζάκης. Σύμφωνα με το υπουργείο Οικονομικών, στις αρχές της δεκαετίας του ’80, ήταν ο ειλικρινέστερος Έλληνας φορολογούμενος μεταξύ όλων των επιχειρηματιών, ακόμα και των μεγαλοβιομηχάνων. Όμως, οι αρετές του δεν εξαντλούνται στην τιμιότητα και το ήθος του, αφού αναμφισβήτητα υπήρξε μια χαρισματική προσωπικότητα.
Τα πρώτα βήματα...
Ο άνθρωπος που σήμερα θεωρείται ο «πατριάρχης της κλωστοϋφαντουργίας» γεννήθηκε στη Σμύρνη το 1913. Αφού βίωσε την τραγωδία της Μικρασιατικής Καταστροφής, βρέθηκε στα οκτώ του χρόνια στον Πειραιά προκειμένου να εργαστεί για να ενισχύσει τη φτωχή οικογένειά του. Αρχίζει να πουλάει είδη μαναβικής στις γειτονιές του Πειραιά, ενώ δεν παραλείπει να πηγαίνει κάθε πρωί στο σχολείο. Αργότερα, προσθέτει στη γκάμα των προϊόντων του οτιδήποτε πίστευε ότι θα είχε ζήτηση, όπως ναφθαλίνες, σοκολάτες, ακόμα και μυγοπαγίδες.
Η ενασχόληση με τις κλωστές...
Μετά το σχολείο, ο νεαρός απασχολείται ως νερουλάς, κουβαλώντας στους ώμους νερό μέσα σε νταμιτζάνες, ως σερβιτόρος στην Τρούμπα και ως πωλητής γλυκών του κουταλιού, λουκουμιών, στραγαλιών και λεμονιών. Όλα αυτά μέχρι το 1931, όταν προσελήφθηκε σε εταιρεία εισαγωγών, για να αναλάβει λίγο αργότερα, το 1934, σε ηλικία μόλις 21 χρονών, καθήκοντα διευθυντή ενός εργοστασίου κλωστών, μια ενασχόληση που θα αποτελέσει το ερέθισμα για τη δημιουργία της μεγαλύτερης ελληνικής εταιρείας κλωστοϋφαντουργίας και της τρίτης μεγαλύτερης στην Ευρώπη.
Το επόμενο αφεντικό του ήταν η κλωστική εταιρεία Ραζή, της οποίας ο ιδιοκτήτης τον στήριξε να ξεκινήσει μια δική του συμπληρωματική δουλειά σχετική με τα νήματα. Εν τω μεταξύ, το επιχειρηματικό του δαιμόνιο ήδη είχε αρχίσει να διαφαίνεται, όταν, αξιοποιώντας τις γνώσεις γαλλικών που διέθετε, σύναψε συμφωνία συνεργασίας με γαλλικό κλωστοϋφαντουργικό όμιλο, στην πρώτη κοινοπραξία μεταξύ ελληνικού και γαλλικού ομίλου.
Η γέννηση της "Πεταλούδας"...
Όταν ο εργοδότης του έπαψε να τον στηρίζει, τότε ο Μουζάκης, άρτι αφιχθείς από το αλβανικό μέτωπο, αποφάσισε να γίνει ο ίδιος αφεντικό του εαυτού του. Διαθέτοντας μία χειροκίνητη μηχανή, ιδρύει το 1945 την εταιρεία "Κλωσταί Πεταλούδας–Μουζάκης". Από τα πρώτα της βήματα η νεότευκτη εταιρεία, με σήμα κατατεθέν την πεταλούδα, θα αρχίσει να ξεχωρίζει χάρη στην εξαιρετική της ποιότητα, προσελκύοντας το ενδιαφέρον του γαλλικού κολοσσού των κλωστών DMC, ο οποίος προτείνει στον αυτοδημιούργητο επιχειρηματία να εισάγει και να διαθέτει τα προϊόντα της στην Ελλάδα.
Η ξαφνική επιτυχία των κλωστών "πεταλούδας", που σιγά σιγά έχει καταφέρει να προσελκύσει τους μεγαλύτερους πελάτες της αγοράς, δεν άρεσε σε ορισμένους οίκους της εποχής, αλλά και τον Σύνδεσμο Ελληνικών Βιομηχανιών, οι οποίοι ξεκινούν έναν ανελέητο πόλεμο. Παρά τις απειλές που δέχεται για τη ζωή του, ο Μουζάκης δεν το βάζει κάτω και δηλώνει: «Προτιμώ να πέσω μαχόμενος για μια έντιμη δημιουργία παρά να γίνω βορά ενός ανέντιμου ανταγωνισμού».
The sky is the limit...
Τίποτα όμως δεν ήταν ικανό να σταματήσει τον εξωστρεφή βιομήχανο, ο οποίος βρίσκεται πάντα ένα βήμα μπροστά από όλους. Έχοντας υιοθετήσει πρωτοποριακές ιδέες προώθησης των προϊόντων του, όπως τη ραδιοφωνική χορηγία και τις προσφορές «στα δύο, το ένα δώρο», χαρακτηρίζεται από πολλούς ως ο πατέρας του ελληνικού μάρκετινγκ. Υποκύπτοντας στην ανωτερότητά του, οι ανταγωνιστές, ο ένας μετά τον άλλο, συνθηκολογούν και εξαγοράζονται –συνολικά 17 εργοστάσια κλωστών περιήλθαν υπό τον έλεγχό του- καθιστώντας τον Ελευθέριο Μουζάκη κυρίαρχο της αγοράς, με μερίδιο που ξεπερνούσε το 95% της αγοράς σε είδη οικιακής και βιομηχανικής χρήσης.
Είναι χαρακτηριστικό ότι τα επώνυμα προϊόντα του ομίλου Μουζάκη σύντομα θα εκτόπιζαν από την ελληνική αγορά και τις ξένες μάρκες, εξοικονομώντας με αυτό τον τρόπο, από τη δεκαετία του ’60, εκατομμύρια δολάρια σε συνάλλαγμα. Στη δεκαετία του ’80 ο ιδρυτής, έχοντας διαπιστώσει ότι η χώρα είναι πολύ μικρή για να χωρέσει τα φιλόδοξά του σχέδια, στρέφεται με επιτυχία στο εξωτερικό, διοχετεύοντας το 50% της παραγωγής του σε 35 χώρες.
Ακόμα και στα δύσκολα χρόνια που θα βίωνε η ευρωπαϊκή κλωστοϋφαντουργία στην αυγή του 21ου αιώνα, τα αναχώματα που είχε στήσει όλα αυτά τα χρόνια ο Ελευθέριος Μουζάκης θα διατηρούσαν την εταιρεία του στην κερδοφορία.
Η τεράστια παρακαταθήκη...
Ο ίδιος έφυγε πλήρης ημερών το 2006, φροντίζοντας, πάντως, ακόμη και την τελευταία στιγμή να μην αφήσει τίποτα στην τύχη. Σύμφωνα με τη διαθήκη του, ένα μέρος της περιουσίας του, με τη μορφή μπόνους, διοχετεύτηκε στους υπαλλήλους του για να τους δεσμεύσει ηθικά να διατηρήσουν την εταιρεία υψηλά, ώστε να μην αποτελέσει βορά κερδοσκοπικών συμφερόντων. Όσοι δε απόκτησαν μετοχές, δεν θα μπορούσαν να τις πουλήσουν πριν τις 31 Δεκεμβρίου 2021.
Εξάλλου, ήταν βαθιά επιθυμία του ιδρυτή να μην σβήσει ποτέ η επιγραφή "Ελ. Δ. Μουζάκης" και η εταιρεία που έκτισε με κόπο, θυσίες αλλά και ήθος, να συνεχίσει να λειτουργεί και να παραμείνει ελληνική.
Διαβάστε ακόμη: Η ιστορία της ΜΙΣΚΟ {alertInfo}