Η ιστορία της Kodak



Όταν πριν από 80 χρόνια ο Τζορτζ Ιστμαν, ένας από τους μεγαλύτερους επιχειρηματίες και φιλάνθρωπους του 20ού αιώνα, έβαζε τέλος στη ζωή του, δεν θα φανταζόταν ότι η εταιρεία που ο ίδιος ίδρυσε θα χρεοκοπούσε. Ας δούμε, όμως, την ενδιαφέρουσα ιστορία της ιστορικής Kodak και ας διδαχθούμε από τις πράξεις ενός ικανότατου εφευρέτη και επιχειρηματία.

Ο Τζορτζ Ιστμαν δεν εφηύρε τη φωτογραφική μηχανή (η εφεύρεσή της χρεώνεται στο Γάλλο Τζόζεφ Νιπς από το 1826), ήταν όμως αυτός που άλλαξε ολοκληρωτικά τη μορφή της και την έκανε προσιτή σε όλους. Παρά τα δύσκολα παιδικά του χρόνια, αφού έχασε στα οκτώ του τον πατέρα του και αναγκάστηκε να σταματήσει το σχολείο για να δουλέψει, ο Ιστμαν όχι μόνο θα ορθοποδούσε αλλά θα έφερνε την επανάσταση στο χώρο της φωτογραφίας.
Όλα ξεκίνησαν το 1874 όταν ο 20χρονος Ιστμαν αποφάσισε να κάνει ένα ταξίδι στη Κεντρική Αμερική, αγοράζοντας μια κάμερα για να καταγράψει τις ξένοιαστες στιγμές. Η κάμερα τής τότε εποχής ήταν ένα ογκώδες μηχάνημα βάρους 20 περίπου κιλών που συνοδευόταν από ένα τρίποδα, μία τέντα, μερικές γυάλινες πλάκες και ένα δοχείο με νερό.
Ο Ιστμαν τελικά δεν πήγε διακοπές, όμως αποφάσισε να ασχοληθεί με τη φωτογραφία προκειμένου να την απλοποιήσει. Άρχισε, λοιπόν, να μελετάει περιοδικά που παρέθεταν τις τελευταίες εξελίξεις στο χώρο της φωτογράφησης και σύντομα ξεκίνησε πειράματα στην κουζίνα της μητέρας του. Κάθε βράδυ, αμέσως μετά τη δουλειά, συνέχιζε τα πειράματα μέχρι το πρωί και συχνά αποκοιμόταν δίπλα στη σόμπα, κουλουριασμένος σε μια κουβέρτα που του άφηνε η μητέρα του. Κάτι που ξεκίνησε σαν χόμπι είχε εξελιχθεί πια σε έντονο πάθος…
Τελικά, μετά από τρία χρόνια, δημιούργησε μία λειτουργική μηχανή που έφτιαχνε ξηρές φωτογραφικές πλάκες (μέχρι τότε εφαρμοζόταν η πολύπλοκη τεχνική των επί τόπου απαλειφόμενων υγρών πλακών), γι’ αυτό λοιπόν πήρε τη μεγάλη απόφαση να παραιτηθεί από τη θέση του στην τράπεζα και να αφοσιωθεί στην παραγωγή ξηρών πλακών. Με τη βοήθεια ενός χρηματοδότη, που είχε εντυπωσιαστεί από την ανακάλυψή του, συνέχισε τα πειράματα που τον οδήγησαν στην ανακάλυψη του φιλμ (ρολού), αλλά και στη βελτίωση της διαδικασίας φωτογράφησης.
Το 1884 ίδρυσε την Eastman Dry PlateFilm Company, η οποία αρχικά έφτιαχνε φιλμ, ενώ λίγο αργότερα κατασκεύασε την πρώτη της φωτογραφική μηχανή, η οποία είχε τη δυνατότητα για 100 εμφανίσεις. Η μηχανή αυτή κόστιζε 25 δολάρια, ήταν εύχρηστη, μικρή και μπορούσε να κρατηθεί στα χέρια κατά τη φωτογράφηση. Μετά το πέρας των εμφανίσεων, επιστρέφονταν στο εργοστάσιο για να εμφανιστεί το φιλμ και να τοποθετηθεί άλλο, όλα προς 10 δολάρια.
Η διαδικασία φωτογράφησης ήταν πια τόσο απλή, που ο καθένας μπορούσε να αγοράσει μία μηχανή και να τραβήξει φωτογραφίες. Ο Ιστμαν είχε μόλις καταφέρει να κάνει τη φωτογραφία προσιτή στο ευρύ κοινό. Επιπλέον, εστίασε στη μαζική παραγωγή καταφέρνοντας να μειώσει το κόστος παραγωγής και φυσικά την τιμή, ενώ ανάπτυξε ένα διεθνές δίκτυο διανομής αναγνωρίζοντας ότι υπάρχουν εκατομμύρια ερασιτέχνες φωτογράφοι ανά τον κόσμο.
Ο Ιστμαν ήταν λάτρης της διαφήμισης. Ετοίμαζε ο ίδιος τις διαφημίσεις τις οποίες καταχωρούσε σε έγκυρες εφημερίδες και περιοδικά, με σλόγκαν «εσύ απλά πατάς το κουμπί και εμείς κάνουμε τα υπόλοιπα», ενώ σε πολλές έντυπες καταχωρήσεις έδειχνε παιδάκια να χειρίζονται μία κάμερα Kodak Brownie (κόστιζε μόλις ένα δολάριο και έμεινε στην αγορά για 60 χρόνια), θέλοντας να δείξει πόσο απλή ήταν.
Αυτό, όμως, που έλλειπε ήταν ένα όνομα και σύντομα βρήκε τη λύση και σε αυτό. Πάντα του άρεσε ο ήχος του γράμματος «Κ», γνωρίζοντας ότι λίγες μόνο λέξεις τής αγγλικής ξεκινούσαν με αυτό. Ξεκινώντας και τελειώνοντας λοιπόν με το «Κ», αναζήτησε τα άλλα γράμματα και κατέληξε στο «Kodak», ένα όνομα σύντομο και εύηχο, που μπορούσε να προφερθεί σε όλες τις γλώσσες με ευκολία. Ήταν ένα όνομα που δεν σήμαινε τίποτα σε καμία γλώσσα, όμως χάρη στη φωνητική του θα γινόταν διάσημο σε όλο τον κόσμο. Η επιτυχία της πρώτης μηχανής Kodak ήταν τόσο μεγάλη που ανάγκασε τον δημιουργό της, το 1892, να αλλάξει το όνομα τής εταιρίας σε Eastman Kodak.
Ο «κύριος Κόντακ» επένδυε ξανά τα έσοδα του για να επεκταθεί σε όλα τα πλάτη και τα μήκη του πλανήτη. Αν και ένα μεγάλο κεφάλαιο διοχετεύονταν στην έρευνα, τα περισσότερα κατέληγαν στους υπαλλήλους του με τη μορφή μερισμάτων, δώρων, μετοχών, συνταξιοδοτικών και ασφαλιστικών προγραμμάτων. Μάλιστα, το 1919 τους έδωσε το 1/3 των μετοχών του, αξίας 10 εκατομμυρίων δολαρίων…
Ο Ιστμαν έμεινε γνωστός και για τις αμέτρητες φιλανθρωπίες σε μη κερδοσκοπικά ιδρύματα, πανεπιστήμια και νοσοκομεία. Το 1924 υπέγραψε μία επιταγή για τρία πανεπιστήμια, αξίας 30 εκατομμυρίων δολαρίων, λέγοντας απλά: «Τώρα αισθάνομαι καλύτερα».
Το παράδοξο ήταν ότι ενώ το όνομα του Τζορτζ Ιστμαν συνδέθηκε με τη φωτογραφία, ο ίδιος δεν φωτογραφήθηκε σχεδόν ποτέ. Περπατούσε στον κεντρικό δρόμο της πόλης και κανένας δεν τον αναγνώριζε. Τα τελευταία χρόνια τής ζωής του τα πέρασε κατάκοιτος αφού μια ασθένεια στην σπονδυλική στήλη δεν του επέτρεπε να κινηθεί. Αυτοκτόνησε το 1932, σε ηλικία 77 ετών, αφήνοντας πίσω ένα σημείωμα που έλεγε: «Η αποστολή μου ολοκληρώθηκε. Γιατί να περιμένω άλλο;».
Πηγή: Ποιος γελάει τώρα
Νεότερη Παλαιότερη
Protopapadakis-biblia